Βουλευτής, Γερουσιαστής, Διαιτητής, Δικαστής, Διοικητής, Μητροπολίτης, Δεσπότης, κλπ (που χάθηκαν οι φεμινίστριες ?).
Ὀταν μία λανθασμένη εκφορά λέξης ή φράσης επαναλαμβάνεται για μεγάλο χρονικό διάστημα καθίσταται αποδεκτή ως εξαίρεση του κανόνα. Παλαιότερα είχαμε την ακατανόητη (βάσει κανόνα), στρέβλωση της ορθής λέξης «ακαδημιακός ἠ ακαδημικός» σε «ακαδημαϊκός», δεν υπήρξε καμιά ουσιαστική αντίδραση, και ο λανθασμένος τύπος επικράτησε. Για τις υπόλοιπες ανάλογες λέξεις σωστά εξακολουθούμε να λέμε «πανεπιστημιακός» «εφοριακός» «νομαρχιακός» «επαρχιακός» «αστυνομικός» «ιεραρχικός» «μνημονιακός» κλπ. Το γεγονός ότι δεν προσέχουμε ως λαός την εκφορά του λόγου μας (είτε από άγνοια, είτε από αμέλεια), έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αρκετών λέξεων που όταν επικρατήσουν αποτελούν εξαιρέσεις στον κανόνα. Έχουμε αρκετά παραδείγματα όπως : «Εποχιακός» αντί του ορθού «εποχικός» κατά το «εξοχικός», «διαδοχικός», «κατοχικός». «Συνοριοφύλακας» αντί του ορθού «συνοροφύλακας» κατά το «αγροφύλακας», «χωροφύλακας», «νυκτοφύλακας». «Περιπτεριούχος» αντί του ορθού «περιπτερούχος» κατά το «ταλαντούχος», «αριστούχος», «διπλωματούχος» (η κατάληξη «-ιούχος» τίθεται μόνο σε λέξεις των οποίων το θέμα έχει το «-ι-». π.χ. σύνταξις __ συνταξιούχος, πτυχίο __ πτυχιούχος, πρατήριο __ πρατηριούχος). «Ανακύκλωση» αντί του ορθού «ανακύκληση», από το ρήμα «κυκλέω (κινώ γύρω -γύρω, περιστρέφω), πχ. η κύκλησις των πλανητών, Λατινικά : cyclicus, Αγγλικά : cycling (bringing round), εξ ου και το recycling. Όχι βέβαια από το κυκλόω (κυκλώνω, περιβάλλω) και το κύκλωσις (περικύκλωση), Λατινικά : circulus, Αγγλικά : circling (surrounding). (Για την ιστορία η λέξη __ ως εκ νέου υιοθετημένoς νεολογισμός __ επανήλθε λανθασμένη στο ελληνικό λεξιλόγιο από τον Κ. Λαλιώτη, ο οποίος είχε την εντύπωση ότι απέδιδε σωστά την αντίστοιχη Αγγλική λέξη «recycling». Παρά την τότε πολύχρονη προσπάθεια, μόνο της εφημερίδας «Καθημερινή» να διορθώσει το λάθος με το σωστό «ανακύκληση», επικράτησε το λανθασμένο). Ο εκτεταμένος μου πρόλογος είχε σκοπό να σας προϊδεάσει και να αυξήσει το ενδιαφέρον σας για το κύριο θέμα του άρθρου που αφορά σε λέξεις όπως «Βουλευτής» «Δικαστής» «Διοικητής» «Διαιτητής» «Γερουσιαστής» «Αγορητής», αλλά και «Πολίτης» «Μητροπολίτης» «Δεσπότης», και μερικές ακόμη. Υπήρξε προ καιρού ιδιαίτερος θόρυβος και κάποια ειρωνικά σχόλια στη Βουλή, αλλά και εκτός αυτής, όταν θήλυ μέλος του κυβερνώντος κόμματος ζήτησε από το προεδρείο να την αποκαλεί «Βουλεύτρια» και όχι «Βουλευτή». Με βάση το πνεύμα του προλόγου μου, ρωτώ. Γιατί και βάσει ποιου κανόνα είναι λάθος το «Βουλεύτρια»; Γιατί ακόμη να είναι λάθος τα «Δικάστρια» «Δοιηκήτρια» «Διαιτήτρια» «Αγορήτρια» «Αρμόστρια» «Γερουσιάστρια» κλπ; Η απάντηση είναι κατηγορηματική. Βάσει των κανόνων της γραμματικής είναι όλα σωστά. Τι συμβαίνει λοιπόν και μας ξενίζουν; Αν ανατρέξουμε στον κανόνα θα δούμε ότι όλα τα εις «-τής» αρσενικά ουσιαστικά (με τον τόνο στη λήγουσα) είναι δικατάληκτα και διγενή, δηλαδή έχουν άλλη κατάληξη στο αρσενικό και άλλη στο θηλυκό και σχηματίζουν τον θηλυκό τύπο σε «-τρια» (αθλήτρια, ακροάτρια, ανακρίτρια, βιολίστρια, γυμνάστρια, δανείστρια, διευθύντρια, εθελόντρια, εκφωνήτρια, θαυμάστρια, καθηγήτρια, λογίστρια, μαθήτρια, μηδενίστρια, νικήτρια, ομιλήτρια, οργανώτρια, παίκτρια, παραλήπτρια, ποιήτρια, πρωταθλήτρια, συνδικαλίστρια, τραγουδίστρια, υποκρίτρια, χορεύτρια, και πολλές άλλες). Εξαίρεση σ’ αυτόν τον κανόνα δεν υφίσταται, εκτός και αν τη δημιουργήσουμε αυθαίρετα εμείς εξ αμελείας ή για λόγους σκοπιμότητας. Όσοι θηλυκοί τύποι με κατάληξη «-τρια» δεν υφίστανται στην αρχαία Ελληνική γραμματεία, το οφείλουν στο γεγονός ότι δεν αντιπροσώπευαν γυναικείες δραστηριότητες ή ιδιότητες κατά την εποχή εκείνη. Για τον ίδιο λόγο και στη νεότερη εποχή δεν υπήρξαν θηλυκοί τύποι του «-τρια» σε εκείνες τις ιδιότητες ή δραστηριότητες που δεν συμμετείχαν γυναίκες. Σωστά λοιπόν δεν υπήρχαν, μέχρι που ήλθε το πλήρωμα του χρόνου για την πλήρη εξίσωση των δύο φύλων. Πλησιάζει να κλείσει ένας αιώνας από τότε που οι γυναίκες σταδιακά και σταθερά απέκτησαν ίσα δικαιώματα και εισήλθαν δυναμικά σε τομείς που αποτελούσαν επί αιώνες ανδρικό κεκτημένο. Είναι απορίας άξιο πως οι ίδιες ανέχονται τόσα χρόνια τη μομφή ότι προτιμούν τον ανδρικό προσδιορισμό στην ιδιότητά τους διότι «προσδίδει μεγαλύτερο κύρος». Συμπερασματικά, αν το μεταφράζω σωστά, παρότι εξισώθηκαν, έχουν υποσυνείδητα την αίσθηση ότι είναι ακόμη κατώτερες. (Για να μην παρασυρόμαστε από συγκρίσεις με λέξεις άλλου τύπου, να επισημάνω ότι τα επαγγέλματα με κατάληξη «-ος» είναι ουσιαστικά, διγενή και ομοιοκατάληκτα, δηλ. έχουν την ίδια κατάληξη και στα δύο γένη «ο δικηγόρος, η δικηγόρος», «ο γιατρός, η γιατρός» «ο δημοσιογράφος, η δημοσιογράφος», «ο πρόεδρος, η πρόεδρος», «ο υπουργός, η υπουργός», «ο χειρουργός, η χειρουργός» «ο πλοηγός, η πλοηγός» «ο ξεναγός, η ξεναγός» «ο οδηγός, η οδηγός» «ο χορηγός, η χορηγός» κ.ο.κ. Κάποιοι, χρόνια τώρα, προσπαθούν να επιβάλουν και εδώ θηλυκούς τύπους της μορφής «προεδρίνα», «δημαρχίνα», αν πλατειάσουμε όμως λίγο περισσότερο, για φανταστείτε στο μέλλον «χειρουργίνα», «ξεναγίνα», «εραστίνα», «χορηγίνα», «νηπιαγωγίνα», «αρχαιολογίνα», «αστρολογίνα», «θεολογίνα», «οδοιπορίνα» κοκ., πως λέμε δηλαδή «Γερακίνα», «Καρδερίνα», «Σωφερίνα», «κυρά Κατίνα», κάπως έτσι. Αντιλαμβάνεστε τη γελοιότητα σε όλο της το μεγαλείο, όλων αυτών που επιμένουν σε τέτοιου είδους «τερατογενέσεις» και δυστυχώς έχουμε αρκετούς) Δεχόμαστε παθητικά και δεν φαίνεται να μας ενοχλούν βαρβαρισμοί με τα λατινοκατάληκτα θηλυκά παντός τύπου όπως, βουλευτίνα, δικαστίνα, διοικητίνα, δημαρχίνα, δικηγορίνα, γιατρίνα, υπουργίνα, αστυνομικίνα, στρατιωτίνα, κλπ. Ενδεχομένως, διότι δεν χρησιμοποιούνται στη επίσημη γλώσσα αφ’ ενός, συνάμα δε περιβάλουν με υποτιμητική χροιά το νόημα της λέξης, διαχωρίζοντας την άριστη «γιατρό» από την μέτρια «γιατρίνα», ή υποδηλώνουν τη σύζυγο ενός τιτλούχου. (Σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι η λατινογενής κατάληξη «-ίνα» έχει ενσωματωθεί στο ελληνικό λεξιλόγιο, κυρίως στον καθημερινό προφορικό λόγο, διευκολύνοντας στη διαμόρφωση λέξεων θηλυκού χαρακτήρα. Θα είναι όμως τεράστιο λάθος αν την υιοθετήσουμε και στον επίσημο λόγο). Πιστεύει κανείς ότι θα αντιδράσουμε (αν αντιδράσουμε), θα διαμαρτυρηθούμε (αν διαμαρτυρηθούμε), όταν η διάβρωση αυτής της μορφής επεκταθεί σταδιακά σε λίγα χρόνια και σε άλλες λέξεις όπως, μαθητίνα, αθλητίνα, φοιτητίνα, καθηγητίνα, λογιστίνα, πωλητίνα, κοκ.; Δύσκολο να γίνει θα μου πείτε. Τίποτα πλέον δεν είναι δύσκολο. Από την εποχή που ο αείμνηστος Β. Τσιτσάνης μετέτρεψε «ποιητική αδεία» την «κα Κάβουρα» σε «κα Καβουρίνα» έχουν δει τα μάτια μας και κυρίως έχουν ακούσει τ’ αφτιά μας «ζωγραφιές» απείρου κάλους. Για το σωστό «Βουλεύτρια» πάντως, είχαμε σωρεία σχολίων και αντιπαραθέσεων (κυρίως στο διαδίκτυο) για αρκετές ημέρες, όχι μόνο πρόσφατα αλλά και στο παρελθόν, αποτέλεσμα όμως ουδέν. Που χάθηκαν λοιπόν οι φεμινίστριες ;;;; Όταν το 1953 η πρώτη γυναίκα βουλεύτρια Ελένη Σκούρα, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βουλή, ο πρόεδρος της βουλής την προσφώνησε αυθαίρετα «κυρία Βουλευτίς». Εκείνη, καίτοι επαρκούς μορφώσεως, δεν έδωσε την δέουσα σημασία στην παρατυπία, με αποτέλεσμα να καθιερωθεί λίγο αργότερα και επίσημα ο λανθασμένος όρος από την ανδροκρατούμενη Βουλή. Από τότε «κύλισε πολύ νερό στο αυλάκι». Πέρασαν εκατοντάδες γυναίκες από τη βουλή μέχρι σήμερα. Πολλές από αυτές γνωστές και μαχητικές φεμινίστριες και σε εποχές που το φεμινιστικό κίνημα ήταν σε έξαρση. Δεν τόλμησε, ή ακριβέστερα, δεν επέμεινε ούτε μία να θέσει επίσημα το θέμα για την καθιέρωση της ορθής προσφώνησης που θα αποκαθιστούσε και τυπικά την ισότητα των δύο φύλων μέσα στο Κοινοβούλιο, παρά το γεγονός ότι υπήρξαν κατά καιρούς σοβαρές προσεγγίσεις προς την κατεύθυνση αυτή εκτός Κοινοβουλίου. Οι σημαντικές πνευματικές προσωπικότητες Αγαπητός Τσοπανάκης († 2005), Πρόεδρος της Ακαδημίας και Εμμανουήλ Κριαράς (†2014), καθηγητής του ΑΠΘ (http://digital.lib.auth.gr/record/49397/?ln=fr), είχαν αναγνωρίσει πλήρως την ορθότητα των όρων «Βουλεύτρια» «Δικάστρια» κλπ, και τους θεωρούσαν ως τους πιο ενδεδειγμένους και αξιοπρεπείς σε σχέση με τις υπόλοιπες εκδοχές «Βουλευτής ή Βουλευτίνα» 1 «Δικαστής ή Δικαστίνα» κλπ. Όμως κ. Κριαρά μου, έστω και μετά θάνατον, έχω ένα παράπονο ή έστω μια απορία για σας. Πείσατε την τότε πολιτική ηγεσία για την καθιέρωση της δημοτικής και του μονοτονικού. Δεν μπορέσατε όμως, αν και το πιστεύατε, να επιβάλετε την (απείρως ποιο ασήμαντη ως προς τη δυσκολία της) τυπική ισότητα των φύλων στα έδρανα του Κοινοβουλίου. Στην αντίπερα όχθη δεν μπορώ να μην μνημονεύσω το εξαιρετικής μεν τεχνικής, αλλά ιδιαίτερα «χαλαρό» από πλευράς γραμματικής δεοντολογίας, άρθρο της καθηγήτριας κοινωνιολογίας κας Άννας Φραγκουδάκη, η οποία αγνοώντας (σκοπίμως ??) βασικούς γραμματικούς κανόνες της Ελληνικής γλώσσας, μέσα από ακροβατικούς συλλογισμούς και συνδυασμούς, προσπαθεί να αποδείξει ότι κάποιες λέξεις καλώς τις χρησιμοποιούμε με τους αρσενικούς τύπους για να «μην αναταραχτεί η τάξη του κόσμου». Κα Φραγκουδάκη, γιατί όλα αυτά ;; Οι λέξεις γεωργός, μηχανικός, ιστορικός, γιατρός, ζωγράφος, καρδιολόγος, ψυχολόγος, εκπαιδευτικός, στρατηγός, θαλαμηπόλος, υδραυλικός, οδηγός, και τόσες άλλες εις «-ος» δεν διαφοροποιούνται στο θηλυκό, ως διγενείς και ομοιοκατάληκτες. (εξαιρέσεις ελάχιστες, για λέξεις όμως που προέκυψαν κυρίως από σταδιακή μετάλλαξη επιθέτων σε ουσιαστικά, όπως «χωρικός», «ηγούμενος», «προϊστάμενος», «διανοούμενος», «επιτετραμμένος» κοκ.) Οι λέξεις εις «-έας (-εύς στην καθαρεύουσα)» δεν διαφοροποιούνται στο θηλυκό όταν ο ρηματικός τους τύπος έχει κατάληξη «-ω», πχ. «ανατρέπω / η ανατροπέας», «αποστέλλω / η αποστολέας», «γραμματίζω / η γραμματέας», «γράφω / η γραφέας», «διανέμω / η διανομέας», «δράμω / η δρομέας», «συγγράφω / η συγγραφέας», «σφάζω / η σφαγέας». Όταν όμως στη ρηματική τους μορφή έχουν την κατάληξη «-εύω» τότε και αυτές στο θηλυκό έχουν κατάληξη «-τρια», π.χ. «αλιεύω / αλιέας / αλιεύτρια», «ιππεύω / ιππέας / ιππεύτρια», «κουρεύω / κουρέας / κουρεύτρια (εάν δεν είχε επικρατήσει το κομμώτρια)», «σκαπανεύω / σκαπανέας / σκαπανεύτρια», «φονεύω / φονέας / φονεύτρια» κλπ. Υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις λόγω διαφορετικών εκδοχών του ρήματος ὀπως πχ «ιερόω, ιερίζω, ιερεύω, ιεριτεύω», εξ ου «ιέρεια, ιερία, ιερίς, ιέρισσα, ιερίστρια» (με το πρώτο εξ αυτών να έχει επικρατήσει στη νεοελληνική). Η διαμόρφωση των θηλυκών εις «-τρια» είναι ξεκάθαρη. Με κάθε εξαίρεση που αποδεχτήκαμε, αποδεχόμαστε, ή θα αποδεχθούμε, μετατρέπουμε την (υποτίθεται απλούστερη της καθαρεύουσας) δημοτική σε μια δεξαμενή αμέτρητων εκδοχών και στρεβλώσεων. Σε λίγα χρόνια δεν θα απέχουμε πολύ από την επική «Βαβυλωνία» του Δημήτρη Βυζάντιου και δεν θα πρόκειται πλέον για θέατρο. Εσείς κα Φραγκουδάκη μου δίνετε την αίσθηση (εύχομαι να κάνω λάθος) ότι δεν διαφωνείτε με την πλήρη ἠ περίπου «βαβυλωνοποίηση» της γλώσσας, όπως και πολλοί άλλοι. Υποθέτω ότι αυτό οφείλεται στα ερεθίσματα της συνολικής σας διαδρομής σε ιδεοληπτικούς χώρους. Αυτό συμπεραίνω από την κατά κόρον χρήση, στο κείμενό σας του όρου «καινούριος» αντί του ορθού «καινούργιος» και την απάλειψη του διπλού "σσ" στις καταλήξεις «-εσσα» «-ισσα». Δικαίωμά σας και επιλογή σας. Η Ελληνική γλώσσα όμως ανήκει εξ ίσου σε όλους τους Έλληνες και ακόμη παραπέρα. Τι δεν καταλαβαίνετε; Οι λέξεις «Μητροπολίτης» «Πολίτης» «Δεσπότης» κλπ, δεν τονίζονται στη λήγουσα και δεν πρέπει να συγχέονται με την προηγούμενη κατηγορία. Διαμορφώνουν το θηλυκό με διαφορετικό τρόπο. Ο εξευγενισμένος ή λόγιος θηλυκός τύπος αυτών των λέξεων (είτε διγενών, είτε θηλυκών μόνο) έχει κατάληξη «-ις» ή «-ιδα λαϊκότερα» όπως «ηγέτις, ηγέτιδα», «ευεργέτις, ευεργέτιδα» «συνεργάτις, συνεργάτιδα» «καλλιτέχνις, καλλιτέχνιδα» «δραπέτις, δραπέτιδα», «καρυάτις, καρυάτιδα», «αναβάτις, αναβάτιδα» «λάτρις, λάτριδα» κοκ, με την γενική σε «-ιδος» ή «-ιδας». Υφίστανται παράλληλα, και είναι αποδεκτοί και λαϊκότεροι τύποι όπως "αναβάτισσα" "συνεργάτισσα" "ευεργέτισσα" "πολίτισσα" "λάτρισσα". (Αξίζει εδώ να παραθέσουμε την αμίμητη φράση πασίγνωστης βουλεύτριας μεγάλου κόμματος, η οποία μιλώντας σε δημοσιογράφο, και προσπαθώντας να χειριστεί ορθά την ελληνική γλώσσα είπε __ σε ελεύθερη απόδοση : Επισκέφθηκα την αγορά στο κέντρο ως απλή πολίτρια (sic) και αγοράστρια.) Να επισημάνω ότι, στην ιατρική ορολογία τα πάμπολλα μονογενή θηλυκά σε «-ιτις» διατυπώνονται αποκλειστικά και μόνο με τον λόγιο τύπο, ήτοι : «αρθρίτις, -ίτιδος», «βρογχίτις, -ίτιδος» «δερματίτις, -ίτιδος», ή ποιό λαϊκά «γαστρίτιδα, -ίτιδας» «φαρυγγίτιδα, -ίτιδας». Εδώ, ευτυχώς για την ώρα, δεν διανοήθηκε κανείς να πει «αρθρίτισσα» ή «δερματίτισσα» κλπ, μην αμφιβάλετε όμως, κάποιοι, αργά ή γρήγορα, θα το προσπαθήσουν. Αν λοιπόν υποθετικά στο απώτερο μέλλον αποκτήσουμε γυναίκα Μητροπολίτη ή Δεσπότη θα πρέπει να την αποκαλούμε «η Μητροπολίτις» «η Δεσπότις», κατά το «η ηγέτις». Στην αρχαία Ελλάδα ο «Ιερέας» είχε αντίστοιχο θηλυκό τύπο «Ιέρεια». Η θεά Άρτεμις αποκαλούνταν «κυνηγέτις» Γιατί ο Μητροπολίτης στην σύγχρονη Ελλάδα δεν πρέπει να έχει θηλυκό τύπο, αν και όποτε συμβεί αυτό; Το ίδιο ισχύει και για το «η πολίτις». Τόσο δύσκολο είναι; Να δεχθώ ότι στην καθομιλουμένη έχουμε τη δυνατότητα να χρησιμοποιούμε και τις λαϊκότερες εκδοχές «Μητροπολίτισσα» «Δεσπότισσα» «πολίτισσα». Εκείνο που έχει σημασία, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είναι να προσδιορίζεται το φύλο. με βάση τους ισχύοντες γραμματικούς κανόνες. H γυναίκα που φέρει τον τίτλο ή την ιδιότητα επιβάλλεται να αισθάνεται αυτάρκης (εξ ίσου ικανή με τον άνδρα ομότιτλό της για το έργο που της ανατέθηκε) και όχι να θωρακίζεται πίσω από μια αρσενική αυταπάτη. Όσο για την άποψή σας ότι πρέπει να θηλυκοποιούμε τα ονόματα μόνο εφ’ όσον ταιριάζουν στη γυναικεία φύση, αποφασίστε επί τέλους κα Φραγκουδάκη. Ταιριάζει ή όχι το λειτούργημα του βουλευτή στη γυναικεία φύση; Αν ναι, τότε είναι «Βουλεύτρια». Αν όχι, κακώς εκλέγουμε γυναίκες στη Βουλή διότι δεν ταιριάζει στη γυναικεία φύση. Από την άλλη πλευρά αναρωτιέμαι κατά πόσο χαρακτηρισμοί όπως «βιάστρια», «μαυλίστρια», «παλαίστρια», «φόνισσα», «διαρρήκτρια» «εκπορνεύτρια», «σφαγιάστρια», «πεταλώτρια» κα. που υφίστανται ως θηλυκοί τύποι ταιριάζουν στη γυναικεία φύση; Με τη δική σας λογική δεν ταιριάζουν και όμως υφίστανται. Καταργήστε τους λοιπόν. Δεν μπορείτε, διότι απλά είναι σωστοί. Τέλος, είναι άκομψο να βάζετε στο ίδιο καλάθι νεοελληνικούς βαρβαρισμούς του τύπου «Γιάτρισα» «Προεδρέσα» «Δημάρχισα» με το καθ’ όλα σωστό, αξιοπρεπές και ελληνικότατο «Βουλεύτρια» (κατά Τσοπανάκη, Κριαρά και Λυπουρλή 1). Αν αυτό οι γυναίκες δεν το αντιλαμβάνονται, τότε κα Φραγκουδάκη έχετε δίκιο, δεν θα γίνουν ποτέ βουλεύτριες, θα παραμείνουν χορεύτριες. (Παρήγορο είναι ότι σ’ αυτό τον «αχταρμά» θηλυκών εκδοχών δεν παρεισέφρησαν και τουρκοκατάληκτες λέξεις της μορφής «φορτηγατζού», «λαϊκατζού», «παπατζού», «ψιλικατζού», «παληατζού», «κουλουρτζού», «παγωτατζού», «λουκουμτζού», «καφετζού», «μπουζουκτσού» κοκ) (Προσωπικά αισθάνομαι ότι κάποιος που μελετάει το άρθρο της κας Φραγκουδάκη συμπεραίνει ότι, όσοι προσπαθούν για κάτι ποιο στέρεο και ορθολογικό στο γλωσσικό μας όργανο, ματαιοπονούν. Το κεφάλαιο Ελληνική γλώσσα φαίνεται να πορεύεται πλέον ανεξέλεγκτα και εμείς οι ερασιτέχνες γλωσσολάγνοι ανησυχούμε. Γιατί άραγε; Το άρθρο της κας Φραγκουδάκη με τον τίτλο «Γλώσσα λανθάνουσα - 3» δημοσιεύτηκε το 1988 στο φεμινιστικό περιοδικό «Δίνη», υπάρχει στο διαδίκτυο και αποτελεί μέρος του ψηφιακού εμπλουτισμού των σχολικών βιβλίων !!! _ http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-A110/246/1822,5869/extras/activities/indexa_2_glwssa_fylo/indexa_2_fragoudaki.html _ Συνιστάται η ανάγνωσή του για την πληρέστερη κατανόηση του άρθρου) Βλέπω στο αρχείο μου επιστολή του 2004 από τη φιλόλογο καθηγήτρια Μάρω Δαμ.... (το επώνυμο παραλείπεται) η οποία διαμαρτύρεται ή, επιεικέστερα, διαφωνεί με τον τίτλο «αναπληρώτρια Υπουργός κα. Φάνη Πάλλη-Πετραλιά», που χρησιμοποίησε σε κείμενό του ο εκλιπών Πέτρος Αλεξιάδης, εξαίρετος ετυμολόγος, συνεργάτης τότε της εφημ. «Αδέσμευτος Τύπος». Παραθέτω αυτούσια την επίμαχη φράση της επιστολής της : «δυσκολεύεται κανείς να ταιριάξει τη λέξη αναπληρώτρια με τη λέξη (αρσενικού γένους) Υπουργός». Μάλιστα αγαπητοί αναγνώστες. Είναι η λέξη Υπουργός αρσενικού γένους; Μόνο στη δομή της, στην πράξη όμως καλύπτει και τα δύο φύλα. Το φύλο στις λέξεις με κατάληξη «-ος» προσδιορίζεται από τα στοιχεία που συνοδεύουν τις λέξεις. Η πτυχιούχος φιλόλογος αγνοεί το αλφάβητο της επιστήμης της, για τα διγενή επαγγέλματα αυτού του τύπου. Αλήθεια, όταν έγραφε την επιστολή είχε συνειδητοποιήσει ότι αυτή η ίδια ήταν «καθηγήτρια φιλόλογος»; Όταν, πχ. ακούει εκφράσεις όπως «κοινωνική λειτουργός» ή «οικιακή βοηθός» δυσκολεύεται να τα ταιριάξει; Θα προτιμούσε κάτι σαν «κοινωνική λειτουργίνα» ή «οικιακή βοηθέσσα»;;; Μετά την αναλυτική απάντηση του κ. Αλεξιάδη, κατάλαβε υποθέτω ότι έπρεπε να ανατρέξει και πάλι στα φοιτητικά της εγχειρίδια. Κατά παράδοση, οι άνθρωποι του αστικού φάσματος και ιδιαίτερα όσοι λέγεται ότι πρεσβεύουν συντηρητικές απόψεις, έχουν μια μεγαλύτερη ευαισθησία στην εκφορά καθαρού λόγου (καθαρός λόγος δεν σημαίνει καθαρεύουσα, αλλά ορθοέπεια στον τρόπο απόδοσης των λέξεων). Λογικά θα έπρεπε να είναι θετικοί στην έγκαιρη και μεθοδευμένη (βάσει κανόνων) θηλυκοποίηση των ονομάτων. Έτσι θα αποφεύγονταν εκατοντάδες βαρβαρισμοί και εξαιρέσεις που έχει εισάγει άθελά της σε βάθος χρόνου η χαλαρή και χωρίς αυστηρούς κανόνες λαϊκή γλώσσα. (Οι βαρβαρισμοί, οι εξαιρέσεις και οι ξενόφερτες εισροές σε μία γλώσσα, όταν αυξάνονται ανεξέλεγκτα και ενίοτε σκόπιμα, αποτελούν ένα κακοήθες καρκίνωμα που καθιστά σταδιακά την κάθε γλώσσα, πόσο μάλλον την Ελληνική, ένα κακέκτυπο και παρακμιακό εργαλείο επικοινωνίας. Αυτό θέλουμε λοιπόν; Οι ειδικοί ανησυχούν άραγε;) Στο “αστικό φάσμα” λοιπόν εκτιμώ ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι περισσότεροι θεωρούν ότι τους ξενίζουν οι όροι «Βουλεύτρια» «Δικάστρια» «Διαιτήτρια» «Αρμόστρια» κοκ. Αστική αφέλεια; Αστική αδράνεια; «Μη μου τους κύκλους τάραττε;» Είμαι βέβαιος ότι σε μερικά χρόνια, κάποια (κατευθυνόμενα ή μη) κέντρα απαξίωσης του γλωσσικού μας οργάνου, θα επιβάλλουν (με σύστημα και υπομονή) ως επίσημους όρους λέξεις όπως «Βουλεύτρα», «Δημαρχέσα», «Αναπληρωτίνα» «Πρυτάνισα» «Προεδρέσα» (τα δύο «σσ» θα περιττεύουν), και ποιος περιμένετε να αντιδράσει; Η πρόληψη και αντιμετώπιση τέτοιων σοβαρών θεμάτων δεν μπορεί να αποτελεί ευθύνη του υπογράφοντα και όσων αναγνωστών νοιάζονται. Εμείς μόνο συνειδήσεις προσπαθούμε να αφυπνίσουμε. Η λύση πάντα προκύπτει εκ των άνω, από τα κέντρα της υπεύθυνης πνευματικής ηγεσίας και ο λαός ακολουθεί. 2 Ο αξιότιμος και μοναδικός στο είδος του, βουλευτής κ. Ζουράρις, πέρα από τους κατά καιρούς ευρηματικούς αλλά αμελητέας πρακτικής αξίας αρχαϊκούς ‘βερμπαλισμούς’ τύπου «μεζέων» «ψωλεκτασίας» (και «αιδοιογαργαλισμών» θα πρόσθετα εγώ), ας κινήσει τα νήματα στην κυβερνώσα παράταξη και όχι μόνο, για μια ουσιαστική τροπολογία που θα αποκαταστήσει την αξιοπρέπεια του γυναικείου φύλου σε όλο της το φάσμα και για όλες τις συναφείς λέξεις. Είναι απλό, μα πάρα πολύ απλό. Υπόθεση πέντε λεπτών. Δεν χρειάζεται να σχίσουμε μνημόνια, ούτε να καταργήσουμε τον ΕΝΦΙΑ, ούτε να μειώσουμε συντάξεις. Εκτός πια αν ισχύει αυτό που λέγεται για τη χώρα μας και δεν μας τιμά. Στην Ελλάδα τα απλά πράγματα είναι και τα ποιο δύσκολα. Να θυμίσω ότι στο παρελθόν για «de facto» εισροές λέξεων και εκφράσεων (σωστών ή λανθασμένων), ο πλέον σίγουρος τρόπος ήταν να τις χρησιμοποιήσουν προσωπικότητες της πολιτικής σκηνής πχ. «ειρήσθω εν παρόδω, αιθεροβάμονες, αναδόμηση, χρονοντούλαπο, mea culpa, ετεροχρονισμένος __ Α. Παπανδρέου» «δεν δικαιούσθε δια να ομιλείτε __ Μ. Κουτσόγιωργας», «έθνος ανάδελφον __ Χ. Σαρτζετάκις», ή πρόσωπα με λαϊκή αναγνωρισιμότητα πχ «τα πάντα όλα. __ Ν. Αλέφαντος» «ουδείς άσφαλτος __ Α. Δημητρίου». Πάνω σ’ αυτή τη λογική, εάν ο Πρωθυπουργός σε μία συνεδρίαση αποκαλέσει Βουλεύτριες τις γυναίκες της κοινοβουλευτικής του ομάδας λύνει αμέσως το πρόβλημα και η «de jure» καθιέρωσή από εκεί και πέρα καθίσταται καθαρά διαδικαστική. Κλείνοντας θα ήταν παράλειψή μου να μην μνημονεύσω το εξαιρετικό πόνημα των κυριών Mαρίας Μενεγάκη και Λουκίας Ευθυμίου «Εξουσία και γλώσσα στη σύγχρονη ελληνική κοινωνία. Μια προσέγγιση» «Αμηχανία της γραμματικής μπροστά στα γυναικεία αξιώματα - http://ebooks.edu.gr/ modules/ebook/show.php/DSGL-A110/246/1822,5869/extras/activities/indexa_2_glwssa_fylo/indexa_2_ epagelmatika.html » του 2009. Πρόκειται για μία πληρέστατη και εμπεριστατωμένη ανάλυση με παρεμφερή προβληματισμό. Για όποιους ενδιαφέρονται πραγματικά για το θέμα, τους συνιστώ να το αναζητήσουν στο διαδίκτυο και να το μελετήσουν. 1 Ο Δημήτρης Λυπουρλής, καθηγητής της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας, απορρίπτει κατηγορηματικά τη διατήρηση της αρσενικής κατάληξης -ης και σημειώνει μάλιστα με ειρωνικό τρόπο: “Σκεφτείτε, πάντως, πόσα χρόνια έχουν περάσει από την εποχή που ο ελληνικός λαός έστειλε την πρώτη γυναίκα εκπρόσωπό του στη Βουλή, και ακόμη σήμερα, με τον ελληνικό λαό να ονομάζει (φυσιολογικότατα) τις εκπροσώπους του βουλευτίνες, η επίσημη πολιτεία ταλαιπωρείται, μη βρίσκοντας τον τρόπο να αποφασίσει αν η ταιριαστή για την περίπτωση λέξη είναι η λέξη «η βουλεύτρια», η λέξη «η βουλευτίς» (με γιώτα) ή η λέξη «η βουλευτής» (με ήτα) — εσείς κάνετε, πάντως, σας παρακαλώ, τη δοκιμή να πείτε στη γενική πτώση την τελευταία από τις λέξεις θηλυκού γένους που σας απαρίθμησα!” (Δ. Λυπουρλής, 1990). *(Ο γράφων θα επέκτεινα την προτροπή για να κλείνετε την ίδια λέξη και στην ονομαστική πληθυντικού. Και τέλος για να διαπιστώσετε ποια λέξη είναι πραγματικά σωστή, κλείνατε και τις τρείς εκδοχές σε όλες τις πτώσεις και το συμπέρασμα προκύπτει από μόνο του) 2 Οὔτε ὁ Δηλιγιάννης, οὔτε ὁ Τρικούπης, οὔτε κανεὶς ἄλλος πταίει, δι᾿ ὅ,τι ἔγινε, δι᾿ ὅ,τι γίνεται. Πταίουν μόνον, κυρίως, πρῶτοι, οἱ ἄνθρωποι τοῦ πνεύματος, καὶ ἡμᾶς βαρύνει ὁλόκληρος ἡ εὐθύνη της σήμερον, ἡ φοβερὰ εὐθύνη τῆς αὔριον ὁλόκληρος). (Περικλής Γιαννόπουλος, 1869 - 1910, λογοτέχνης, δημοσιογράφος, διανοητής) Ευδόξιος Γούρμος Αντιστράτηγος εα (τηλ. 23920 26256 (στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου)
0 Comments
Leave a Reply. |
AuthorWrite something about yourself. No need to be fancy, just an overview. Archives
November 2017
Categories |